Νιώθω το πάθος μου να μεγαλώνει. Θέλω πολύ να ενδώσω σ΄ αυτό. Σήμερα στο λεωφορείο κάθισε δίπλα μου μια κοπέλα. Μυρίζει όμορφα. Θέλω ν' αγγίξω τα μαλλιά της, να νιώσω το κορμί της να τρέμει στα χέρια μου. Ίσα που καταφέρνω και συγκρατώ τον εαυτό μου πριν γείρω πάνω της.
Μπαίνω ριγώντας στο διαμέρισμά μου. Προσπαθώ να καταλάβω αν είναι πιο δύσκολο να πολεμάς τον εαυτό σου ή να χάνεσαι στις τύψεις των πράξεών σου. Το φαγητό μου άγευστο. Αναρωτιέμαι τι είναι αυτό που δεν αναγνωρίζει τη γεύση του κοκκινιστού, ο ουρανίσκος ή το μυαλό μου. Δεν μπορώ να συγκεντρωθώ ούτε σε απλά πράγματα πια, όπως για παράδειγμα το διάβασμα της καθημερινής μου εφημερίδας.
Εδώ και αρκετές μέρες που αυτό το πάθος αλυχτάει σαν σκυλί μέσα μου, λειτουργώ σπασμωδικά και μηχανικά. Πηγαίνω στη δουλειά μου μόνο και μόνο επειδή δεν μπορώ να το αποφύγω. Κλείνομαι στο σπίτι για να μην παρασυρθώ από τα ζωώδη ένστικτα που αισθάνομαι να μ΄ έχουν κατακλύσει. Έχω ξεκόψει κι απ' τους φίλους μου ή μπορεί να μ' είχαν ξεκόψει εκείνοι πιο μπροστά, αλλά αυτό δεν έχει και ιδιαίτερη σημασία. Αυτό που μετράει είναι πως έχω σχεδόν μείνει ολομόναχος. Η αλήθεια είναι πως έτσι κι αλλιώς ένιωθα τη ζωή μου άδεια. Είχα αρχίσει να πιστεύω πως δεν είχε να μου προσφέρει τίποτα πια.
Λέω συνεχώς στον εαυτό μου πως μπαίνω στη φάση της μετάλλαξης γι' αυτό δυσκολεύομαι τόσο. Δυσκολεύομαι να συνηθίσω την καινούρια κατάσταση και τη διαφορετικότητά της από την παλιά, όμως όλα αυτά είναι απλώς παρενέργειες της μεταμόρφωσής μου.
Η νύχτα μου έγινε ακόμα πιο δύσκολη. Με πνίγουν περίεργοι εφιάλτες. Ξυπνάω πεινασμένος αλλά το φαγητό μου παραμένει άνοστο. Κατεβαίνω στο δρόμο και αγοράζω μια τυρόπιτα, φτύνω την πρώτη μου μπουκιά στο πεζοδρόμιο. Κι αυτή χωρίς γεύση, μου προκαλεί εμετούς. Ξερνάω σχεδόν και τ' άντερά μου στο δρόμο. Μοιάζει να εγκυμονώ τον καινούριο μου εαυτό σκέφτομαι και καθησυχάζω κάπως το συγκαταβατικό κομμάτι του εαυτού μου.
Τώρα πια συντηρούμαι μόνο με νερό. Έχω σταματήσει να πηγαίνω στη δουλειά εδώ και τρεις μέρες, έτσι κι αλλιώς ο νέος «εγώ» δε θα τη χρειάζεται πια. Θα είναι πιο δυνατός και ανεξάρτητος. Αυτάρκης, δε θα χρειάζεται να υποκύψει στις πρόστυχες και απάνθρωπες επιδιώξεις του συστήματος, θα ορίζει μόνος του τη μοίρα του. Αρκεί να αντέξω το μεταβατικό στάδιο. Αυτό είναι το σημαντικότερο τώρα.
Όμως οι νύχτες γίνονται χειρότερες, δε μ' αφήνουν να κοιμηθώ καθόλου πια. Οι μέρες άρχισαν κι εκείνες να μοιάζουν με νύχτες αλλά πιο φωτεινές. Ο γιατρός με φλόμωσε με χάπια. Αντικαταθλιπτικά, ηρεμιστικά και άλλες παρεμφερείς ουσίες. Του υποσχέθηκα να τα παίρνω, αλλά μέχρι τώρα δεν έχω βάλει ούτε ένα από αυτά στο στόμα μου. Δεν πρόκειται να με βοηθήσουν.
Ήρθε η μάνα μου σπίτι σήμερα. Όσο κι αν της φώναξα, παραδέχτηκα μέσα μου πως χωρίς τη βοήθειά της θα είχα παραιτηθεί εδώ και καιρό. Έβαλε σε μια τάξη το σπίτι. Μαγείρεψε κάτι άνοστο σε μένα, αλλά τουλάχιστον δοκίμασε. Μου μίλησε και πάλι για την ανθρώπινη ανάγκη για συντροφικότητα. Θέλω μια κοπέλα πλάι μου, λέει. Μια κοπέλα μπορεί ν' αλλάξει ολόκληρό τον κόσμο ενός άντρα. Ίσως να 'χει δίκιο.
Έμεινα μόνος. Φέρνω πάλι στο μυαλό μου τη σκηνή του λεωφορείου. Η μυρωδιά εκείνης της κοπέλας είναι ακόμη έντονη στον αέρα που αναπνέω. Το σώμα της διαγράφεται ακόμα στο μυαλό μου σαν τρισδιάστατο ολόγραμμα. Ήταν φοβερά ελκυστική. Νομίζω πως τη θέλω. Εγώ, αλλά περισσότερο ο καινούργιος μου εαυτός. Είναι η ολοκλήρωση της μετάλλαξής μου.
Πέρασα μια βδομάδα ψάχνοντας την κοπέλα του λεωφορείου. Η σκέψη της με επαναφέρει στην πραγματικότητα. Επέστρεψα στη δουλειά μου και παίρνω κάνα τηλέφωνο τη μάνα και τον αδελφό μου. Η εικόνα αυτής της κοπέλας με βγάζει από το λήθαργο της μετάλλαξής μου, φαντάζομαι πως αν την είχα δίπλα μου, όχι άυλη όπως στις φαντασιώσεις μου μα σαρκικά θελκτική, θα μπορούσα να συνεχίσω κανονικά τη ζωή μου. Την καινούρια ζωή μου.
Μου φαίνεται όμως αρκετά περίεργο. Να αντιδρά ολόκληρος ο ανθρώπινος οργανισμός μου αναζητώντας απλά ένα ταίρι; Μήπως τελικά η κατάσταση μου είναι πιο πολύπλοκη από ότι φαίνεται; Στ' αλήθεια δεν έχει και τόση σημασία.
Δεν έχω καταφέρει να φάω ακόμα τίποτε, που και που όμως κοιμάμαι. Η κούραση για την αναζήτηση αυτής της άγνωστης κι όμως τόσο γνώριμης κοπέλας με εξουθενώνει κι αναγκάζεται το πνεύμα μου να ενδίδει στο Μορφέα. Πλην του φαγητού έχω επιστρέψει σε όλες τις παλιές μου συνήθειες συν την αναζήτηση της κοπέλας. Συν την αναζήτηση της ολοκλήρωσής μου.
Μπαίνω τέσσερις με πέντε φορές τη μέρα στο λεωφορείο που την είδα. Γυρνάω όλα τα μαγαζιά της πόλης τις ώρες αιχμής. Κανένα ίχνος της. Δεν απογοητεύομαι.
Οι κόποι μου αποφέρουν καρπούς σήμερα. Περπατάει στην κεντρική πλατεία της πόλης. Μόνη. Την ακολουθώ ως το σπίτι της είναι πανέμορφη. Δεν μπορώ να πάρω τα μάτια μου από το παράθυρό της. Νύχτωσε. Πρέπει να φύγω.
Έπεσα στο κρεβάτι ικανοποιημένος και σχεδόν ολόκληρος. Η πίτσα που προσπάθησα να φάω δεν τρωγόταν, αλλά τουλάχιστον δεν έκανα εμετό. Με πήρε γλυκά ο ύπνος μετά από πολύ καιρό. Την ονειρεύτηκα ξανά και ξανά εκείνη τη νύχτα. Τη φιλούσα, την αγκάλιαζα, την έκανα δική μου. Ξύπνησα το πρωί και οι βραδινές μου φαντασιώσεις είχαν αφήσει σημάδια ονείρωξης στα ρούχα μου. Θυμήθηκα πως είναι να 'σαι χαρούμενος.
Αποφάσισα να της μιλήσω. Κοντοστέκομαι στην πόρτα της. Αρκετή ώρα. Η πόρτα ανοίγει κι αχνοφαίνεται η πανέμορφη σιλουέτα της. Κατεβαίνει το πλατύσκαλο και προχωρά προς στο μέρος μου. Ακουμπισμένος στον κορμό ενός δένδρου θωρώ την τελειότητα των κινήσεών της. Περνά δίπλα μου αφήνοντας το γνώριμο άρωμα της πίσω της. Με μεθάει. Η εικόνα, το άρωμα, όλα πάνω της είναι τέλεια.
Μπαίνει σ' ένα καφέ και κάθεται σε ένα τραπέζι στο βάθος. Κρυμμένη από την πολυκοσμία. Ξαφνικά τη συμπαθώ περισσότερο. Πλησιάζω το τραπέζι της και συνειδητοποιώ πως για πρώτη φορά είμαι σίγουρος για τον εαυτό μου. Δε διστάζω στιγμή να της μιλήσω.
-Γεια σας, λέω δυνατά και ερωτικά.
-Γεια, μου λέει.
Τα υπόλοιπα ήρθαν τελείως φυσιολογικά και αυθόρμητα και από τους δυο μας. Γνωριστήκαμε καλύτερα. Τελικά ταιριάζουμε περισσότερο από όσο περίμενα. Μοιάζει να 'ναι η τέλεια για μένα και το λέω εγώ που δεν πίστευα ποτέ στο κάρμα. Η μετάλλαξη μου βρίσκεται στην τελική της φάση. Κανονίσαμε να πάμε κάπου το βράδυ. Ειλικρινά της είπα πως δε μ' ένοιαζε που θα πηγαίναμε αρκεί που θα 'μασταν μαζί. Ένιωσα την ανάσα της να τρέμει. Τώρα πια με κοίταζε σαν ερωτευμένη.
Το απόγευμα δεν κυλούσε με τίποτα. Το ρολόι μου είχε κολλήσει στις εφτά και κάτι. Στις οχτώ θα πήγαινα να την πάρω. Ήμουν έτοιμος. Εξοπλισμένος με περίσσια αυτοπεποίθηση και χιούμορ θα της έδειχνα τα αισθήματά μου κι ύστερα θα περίμενα τη δική της ανταπόκριση. Ήμουν σίγουρος πως όλα θα πήγαιναν τέλεια.
Πήγα να την πάρω από το σπίτι της. Ήταν υπέροχη. Φορούσε ένα άσπρο βραδινό φόρεμα που άφηνε το δέρμα της να φαίνεται κάτω από το λεπτό ύφασμα. Με μάγεψαν τα καλλίγραμμα πόδια της καθώς έγειρε προς το μέρος μου και με χαιρέτησε μ' ένα φιλί στο μάγουλο. Μου πρότεινε να πάμε σ' ένα γαλλικό εστιατόριο. Δεν μπορούσα να αρνηθώ τίποτα σ' αυτή τη μελωδική φωνή που έβγαινε ανάμεσα από τα δυο κόκκινα χείλη της.
Παραγγείλαμε μπον φιλέ στο σερβιτόρο που έμοιαζε με «πλέι μομπίλ» και συζητούσαμε για τις ζωές μας μέχρι να μας σερβίρουν. Λίγο αργότερα το «πλέι μομπίλ» άφησε δύο πιάτα στο τραπέζι μας με καλοψημένο κρέας και γαρνιτούρα από λαχανικά. Την κοίταζα καθώς έκοβε αριστοκρατικά το κρέας και το έβαζε στο στόμα της με περίσσια χάρη.
-Γιατί δεν τρως, με ρώτησε.
Το 'χα ξεχάσει τελείως. Τώρα πια ήμουν εγκλωβισμένος. Έπρεπε να φάω. Στο κάτω κάτω είχα καιρό να δοκιμάσω ίσως να μη μου φαινόταν άνοστο πια, ίσως να μπορούσα να γευτώ όπως πριν. Έκοψα ένα κομμάτι φιλέτο και το έβαλα στο στόμα μου. Δεν ήταν και τόσο άσχημο. Είχα σχεδόν ξεχάσει τη γεύση του. Ένα μήνα τώρα ένιωθα πίκρα στο στόμα μου. Η πίκρα είχε πια ελαττωθεί και μάλλον θα χανόταν τελείως εάν συνέχιζα να τρώω. Έφαγα σχεδόν όλο το πιάτο. Το ίδιο και η κοπέλα μου. Την ένιωθα πια κοπέλα μου. Το έργο της μετάλλαξης μου είχε πια ολοκληρωθεί. Δε θα ήμουν ποτέ ο ίδιος.
Ξαφνικά ένιωσα ένα αφόρητο πόνο στην κοιλιά μου. Ζήτησα συγγνώμη και πήγα γρήγορα στην τουαλέτα. Το στομάχι μου δε συνεργαζόταν. Έσκυψα στη λεκάνη της τουαλέτας και τα έβγαλα όλα. Θυμήθηκα πως είναι να 'σαι δυστυχισμένος.
Πίσω στο τραπέζι αφού τελειώσαμε το κρασί μας, σηκώθηκα ευγενικά και την πήρα αγκαζέ. Την ρώτησα αν ήθελε να τη συνοδέψω σπίτι της κι εκείνη έγνεψε καταφατικά. Κάναμε μια αρκετά ανακουφιστική για μένα βόλτα στον καθαρό αέρα και φτάσαμε στο σπίτι της. Κοντοστάθηκε και χωρίς δισταγμό μου ζήτησε να περάσω μέσα. Δέχτηκα.
Έμενε μόνη. Καθετί καινούριο που ανακάλυπτα για αυτήν μου έδειχνε πόσο πολύ μοιάζουμε, πόσο πολύ τη χρειαζόμουν για να ολοκληρωθώ. Κι όμως το συμβάν στην τουαλέτα δε με άφηνε να χαρώ αυτές τις σκέψεις. Πρώτη φορά καθ' όλη τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας είχα την πεποίθηση πως ίσως η μετάλλαξή μου να μην αποζητούσε την ερωτική συντροφιά αυτής της κοπέλας. Το ποτό που μου πρόσφερε με ζάλισε αρκετά για να εκμηδενίσει τις ψευτοαναστολές μου. Ήθελα τώρα να την πάρω στα χέρια μου, να την κάνω δική μου.
Άρχισα να της φιλάω το λαιμό. Αφέθηκε στα χέρια μου ακουμπώντας την πλάτη της στο χέρι του καναπέ.
Έπνιγα μανιωδώς με φιλιά το στήθος της. Μύριζε υπέροχα. Σαν τη γυναίκα των φαντασιώσεων κάθε άντρα. Το απαλό της δέρμα ήταν το μεγαλύτερο θέλγητρο κι η σάρκα της έδειχνε πρόθυμη για τα πάντα.
Μέσα σ' αυτήν την πανδαισία των αισθήσεων συνέβη κάτι τελείως παράδοξο, πρωτόγονο και ζωώδες. Έβαλα τα δόντια μου στον ώμο της και μέσα σε φριχτές κραυγές της ξέσκισα ένα κομμάτι σάρκα. Προς έκπληξη μου ο ουρανίσκος αρχικά και έπειτα ο οισοφάγος και το στομάχι μου δεχόταν σαν αμβροσία το κρέας της. Πίεσα δυνατά το λαιμό της και την έπνιξα. Πεινούσα πολύ. Συνέχισα φυσιολογικά να ξεσκίζω και να καταβροχθίζω τη σάρκα της.
Έφυγα από το σπίτι της χορτασμένος και ικανοποιημένος. Ήξερα πια τι ήμουν. Σε τι μεταλλάχθηκα. Θυμήθηκα ένα κομμάτι από κάποιο άρθρο που κάποτε διάβασα. «Το μόνο κρέας που μπορεί να προσφέρει τις περισσότερες βιταμίνες και να το εκμεταλλευτεί πλήρως ο ανθρώπινος οργανισμός είναι το ομοούσιο του, δηλαδή ο ίδιος ο άνθρωπος». Ας γίνουμε όλοι κανίβαλοι, σκέφτηκα.